Γράφει: η Παπαχριστοδούλου Ν. Κων/να

Λογοπεδικός- Ειδική Παιδαγωγός

 

Προβλήματα ομιλίας στην προσχολική ηλικία

 

 

   Γνωρίζουμε ότι η έγκαιρη και υπεύθυνη ενημέρωση σας σε θέματα ανάπτυξης του λόγου του παιδιού, αποτελεί πάντα πολύτιμο βοηθό στο δύσκολο έργο της εξέλιξης και διαπαιδαγώγησης του.

   Η ικανότητα για λεκτική επικοινωνία αποτελεί θεμελιώδες γνώρισμα του ανθρώπου. Με το λόγο έχουμε τη δυνατότητα να εκφράζουμε ανάγκες, επιθυμίες, απόψεις και ιδέες. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό, λοιπόν, να υπάρχουν οι απαραίτητες προϋποθέσεις, ούτως ώστε να εξελίσσεται ομαλά η πορεία ανάπτυξης του λόγου του παιδιού μας.

   Η κατάκτηση αυτή γίνεται σταδιακά, ακολουθώντας μια ορισμένη εξελικτική πορεία. Σας παραθέτω στη συνέχεια ορισμένα στοιχεία, που αφορούν τη φυσιολογική ανάπτυξη του λόγου και της ομιλίας σε κρίσιμα ηλικιακά στάδια.

   Η φωνητική δραστηριότητα, αρχίζει από τη στιγμή της γέννησης του βρέφους, με το κλάμα και τους άναρθρους ήχους που προσφέρει, ενώ αντιδράει στους ήχους που ακούει, στρέφοντας το κεφάλι του προς την πηγή τους.

    Σταδιακά αρχίζει να προφέρει τις πρώτες του λέξεις.

     Στην ηλικία των 18-24 μηνών, το λεξιλόγιο επεκτείνεται ταχύτατα. Ονομάζει αντικείμενα και ανταποκρίνεται στο άκουσμα του ονόματος του. Κατανοεί απλές οδηγίες και προτάσεις. Το λεξιλόγιο του επεκτείνεται ταχύτατα, ενώ συνδυάζει 2-3 λέξεις για το σχηματισμό προτάσεων.

Στην ηλικία των τριών, τα παιδιά είναι σε θέση να παράγουν προτάσεις τριών λέξεων με Υποκείμενο-Ρήμα-Αντικείμενο. Χρησιμοποιούν πληθυντικό αριθμό και προθέσεις. Κατανοούν απλές ιστορίες, δημιουργούν μεγαλύτερες προτάσεις και κάνουν απλές ερωτήσεις.

   Στην ηλικία των τεσσάρων, ο λόγος του παιδιού πλησιάζει γραμματικά και συντακτικά ολοένα και περισσότερο το λόγο των ενηλίκων. Η άρθρωση του παιδιού είναι ανάλογη, επίσης, με αυτή των ενηλίκων. Το λεξιλόγιο του παρουσιάζει ραγδαία αύξηση (ξεπερνά τις 1000 λέξεις). Το παιδί διαμορφώνει μεγαλύτερες και πιο σύνθετες προτάσεις, ενώ παράλληλα απαντά κατάλληλα στις ερωτήσεις των ενηλίκων.

   Ωστόσο, η πορεία της ανάπτυξης του λόγου δεν είναι ίδια σε όλα τα παιδιά, διότι υπάρχουν σημαντικές διαφορές τόσο ως προς την ηλικία όσο και ως προς το ρυθμό της ανάπτυξης των γλωσσικών δεξιοτήτων.

    Κάποια παιδιά καθυστερούν να μιλήσουν. Μπορεί να αλλάζουν τη σειρά των ήχων, ή συλλαβών σε μια λέξη. Δυσκολεύονται στην προφορά ορισμένων φωνημάτων όπως: «Ρ», «Δ & Θ», ή «Σ, Ψ, Ξ, Ζ, ΤΣ, ΣΤ, ΤΖ».

    Να κάνουν αντικαταστάσεις ή παραλείψεις. Ενδεχομένως να δυσκολεύονται σημαντικά να διατυπώσουν απλές σκέψεις. Μπορεί να δυσκολεύονται στη σύνδεση λέξεων για το σχηματισμό προτάσεων και να χρησιμοποιεί λανθασμένα απλούς γραμματικούς τύπους, όπως τα πρόσωπα, τους αριθμούς, τις πτώσεις, τις καταλήξεις, κ.α.

   Η κακή ποιότητα της ομιλίας θέτει πολλές φορές το παιδί στη δυσάρεστη κατάσταση να μη γίνεται κατανοητό από άλλους. Επιπλέον, οι συμμαθητές του παιδιού είναι πολύ πιθανόν να κοροϊδεύουν την αδυναμία του να μιλήσει σωστά, ακόμα και να το απομονώνουν, όταν δυσκολεύεται να μιλήσει μαζί τους.

  Τέτοιου είδους εμπειρίες έχουν συνήθως αρνητικές επιπτώσεις τόσο στην εμπιστοσύνη του παιδιού στην ικανότητα επικοινωνίας του, όσο και στις διαπροσωπικές του σχέσεις και στην αυτοεκτίμηση του γενικότερα.

  Συχνά εμφανίζουν προκλητική και αντιδραστική συμπεριφορά, ακόμη και επιθετικότητα. Έχει διαπιστωθεί μάλιστα ότι το 40% των παιδιών με ιστορικό προβλημάτων ομιλίας, αντιμετωπίζουν αργότερα μαθησιακές δυσκολίες στο Δημοτικό σχολείο.

   Η άποψη ότι το παιδία είναι ακόμη «μικρό» και ότι πρέπει να το περιμένουμε να μεγαλώσει και τότε «θα τα πει όλα αμέσως και σωστά» δε βοηθά το παιδί, αλλά, αντίθετα, μπορεί να οδηγήσει στην απώλεια πολύτιμου χρόνου για την αντιμετώπιση των δυσκολιών του και στην εμφάνιση δευτερογενών προβλημάτων.

  Επομένως, η έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση των προβλημάτων ομιλίας στα παιδιά είναι καθοριστικής σημασίας.